ORALIS ΜΑΡΟΥΣΙ
Χατζηαντωνίου 11,
Μαρούσι 151 24
Η επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας πραγματοποιείται όταν μια προηγούμενη απονεύρωση αποτυγχάνει λόγω υποτροπιάζουσας μόλυνσης ή ανεπαρκούς σφράγισης των ριζικών σωλήνων. Κατά την επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας, αφαιρείται το παλιό εμφρακτικό υλικό, καθαρίζονται και απολυμαίνονται εκ νέου οι ριζικοί σωλήνες και γίνεται νέα έμφραξη. Η θεραπεία στοχεύει στη διάσωση του δοντιού, αποφεύγοντας την εξαγωγή του. Με σωστή φροντίδα, το δόντι μπορεί να διατηρηθεί για χρόνια.
Η πρώτη ενδοδοντική θεραπεία – απονεύρωση πραγματοποιήθηκε επειδή ο μαλακός εσωτερικός ιστός του δοντιού, δηλαδή ο οδοντικός πολφός, είχε υποστεί σοβαρή βλάβη ή μόλυνση. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, παρά την αφαίρεση του κατεστραμμένου πολφού και την έμφραξη των ριζικών σωλήνων, ενδέχεται να παραμείνει ζωντανός ιστός ή βακτήρια, οδηγώντας σε νέα προβλήματα.
Η εμφάνιση επίμονου πόνου, φλεγμονής, οιδήματος, συριγγίου ή ακόμα και κύστης μπορεί να καταστήσει απαραίτητη την επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας. Κατά τη διαδικασία, αφαιρείται το παλιό εμφρακτικό υλικό, οι ριζικοί σωλήνες καθαρίζονται, απολυμαίνονται σχολαστικά και γίνεται νέα έμφραξη, εξασφαλίζοντας την υγεία και τη μακροχρόνια διατήρηση του δοντιού.
Ο ελλιπής καθαρισμός και η ελλιπής έμφραξη των ριζικών σωλήνων θεωρούνται βασικοί παράγοντες που προξενούν μετέπειτα προβλήματα στη στοματική κοιλότητα. Προκειμένου να πετύχει η ενδοδοντική θεραπεία – απονεύρωση, είναι απαραίτητο ο ριζικός σωλήνας να καθαριστεί ολοκληρωτικά από τον πολφό και να εμφραχθεί σωστά με τα κατάλληλα υλικά.
Ωστόσο, ορισμένοι ριζικοί σωλήνες είναι πολύ στενοί, ενασβεστιωμένοι ή έχουν μεγάλες κάμψεις, με αποτέλεσμα τα πολύ μικρά εργαλεία που χρησιμοποιούνται για τον καθαρισμό να μην μπορούν να φτάσουν έως το ακρορίζιο.
Το αποτέλεσμα είναι, φυσικά, να παραμείνει ένα μέρος του πολφού δίχως να έχει αφαιρεθεί. Αυτή η παραμονή του πολφού προκαλεί πόνο και φλεγμονή στο οστό κάτω από τη ρίζα. Επίσης, ορισμένοι ριζικοί σωλήνες είναι πολύ μικροί κι αυτό κάνει εξαιρετικά δύσκολο τον εντοπισμό τους. Και πάλι, με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται φλεγμονή.
Το μικροσκόπιο θεωρείται απαραίτητο σε τέτοιου είδους περιπτώσεις, ενώ παράλληλα, η γνώση, ο εξοπλισμός και η εμπειρία του ενδοδοντολόγου παίζουν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο.
Επιπροσθέτως, το τραύμα της μύλης ή της ρίζας του δοντιού είναι μια ακόμα αιτία που δημιουργεί συνθήκες για επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας – απονεύρωσης δοντιού. Είναι δυνατό κάποιο τραύμα να προκαλέσει κάταγμα στη ρίζα, να δημιουργήσει κάποια κύστη ή να συμβάλλει στην ανάπτυξη της λοίμωξης στην άκρη της ρίζας.
Εδώ είναι σημαντικό να τονιστεί ότι ένας γενικός οδοντίατρος χωρίς την εξειδίκευση του ενδοδοντολόγου έχει, φυσικά, κάποια γνώση των διαδικασιών που είναι απαραίτητες σε αυτές τις περιπτώσεις. Όμως οι εξειδικευμένες ικανότητες και γνώσεις του ενδοδοντολόγου εγγυώνται καλύτερα και πιο ασφαλή αποτελέσματα.
Ο βασικός ρόλος του ενδοδοντολόγου είναι να σώζει δόντια. Φυσικά, κάθε οδοντίατρος εργάζεται ώστε να σώσει τα δόντια του ασθενούς. Ωστόσο, ο ενδοδοντολόγος είναι ειδικά εκπαιδευμένος και διαθέτει τον απαραίτητο ιατρικό εξοπλισμό (μικροσκόπιο, άλλα ειδικά μηχανήματα και εργαλεία), ώστε μπορεί πολύ αποτελεσματικά να σώσει τα δόντια του ασθενούς με μικρές ή μεγάλες κύστεις, με προχωρημένη τερηδόνα, καθώς και να θεραπεύσει αποστήματα και δόντια με μεγάλη κινητικότητα.
Ακόμα, ένας έμπειρος ενδοδοντολόγος μπορεί να διαγνώσει να ανακουφίσει από τους πόνους του στόματος και του προσώπου, να εγχειρήσουν τον ασθενή όπου και όταν χρειάζεται, να λευκάνουν τα αποχρωματισμένα δόντια και να θεραπεύσουν τραυματισμούς δοντιών.
Τέλος, οι ενδοδοντολόγοι είναι οι κατάλληλοι οδοντίατροι για να απομακρύνουν το “άρρωστο” ή κατεστραμμένο ιστό κάτω από το μικροσκόπιο και ακολούθως να καθαρίσουν και να γεμίσουν με γουταπέρκα όλους τους ριζικούς σωλήνες. Πρόκειται για τη διαδικασία της απονεύρωσης δοντιού.
Στην περίπτωση που η ενδοδοντική θεραπεία πραγματοποιηθεί από έναν έμπειρο ενδοδοντολόγο, η πιθανότητα επιτυχίας της αγγίζει το 99%. Έτσι, οι πιθανότητες για επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας – απονεύρωσης δοντιού είναι, ουσιαστικά, σχεδόν μηδενικές.